Γράφει η Φλώρα Σταυρίδη, Ογκολόγος ΜD, MSc, MRCP, Διευθύντρια Δ’ Ογκολογικής Κλινικής του Ομίλου ΥΓΕΙΑ, διευθύνουσα σύμβουλος του Care & Cure Oncology Center
Καθώς οι ασθενείς με καρκίνο βρίσκονται σε υψηλότερο κίνδυνο σοβαρής νόσησης από COVID-19, πολλώ δε εκείνοι που εμφανίζουν αιματολογικές κακοήθειες, όγκους στον πνεύμονα ή μεταστατική νόσο, o εμβολιασμός κατά του κορωνοϊού συστήνεται για ασθενείς με καρκίνο, ακόμη και εκείνους που λαμβάνουν αντινεοπλασματικές θεραπείες.
Λαμβάνοντας υπόψη δεδομένα από άλλα εμβόλια καθώς και τον μηχανισμό δράσης των εμβολίων κατά του κορονοϊού, η ασφάλεια και αποτελεσματικότητα του εμβολιασμού κατά της COVID-19 στους ογκολογικούς ασθενείς υπολογίζεται ότι είναι παρόμοια με εκείνη των ασθενών που δεν πάσχουν από καρκίνο.
Κλινικές μελέτες παρατήρησης που έχουν πραγματοποιηθεί για τον αντιγριπικό εμβολιασμό, έχουν δείξει χαμηλότερα ποσοστά νοσηρότητας και θνησιμότητας από γρίπη σε ογκολογικούς ασθενείς που εμβολιάστηκαν κατά της γρίπης, κάτι που υποδεικνύει ότι η ανοσολογική απόκριση στον εμβολιασμό είναι ικανοποιητική.
Πότε θα πρέπει να εμβολιαστεί ο σε ασθενής με καρκίνο;
Η αποτελεσματικότητα του εμβολιασμού εξαρτάται από το θεραπευτικό σενάριο που ισχύει για κάθε ασθενή και ιδανικά θα πρέπει να πραγματοποιείται πριν από την έναρξη της θεραπείας.
Αν, ωστόσο, ο ασθενής έχει ήδη ξεκινήσει τη θεραπεία του, είναι λογικό να εμβολιαστεί στη διάρκειά της.
Οι ασθενείς που λαμβάνουν χημειοθεραπεία μπορούν να εμβολιαστούν μία εβδομάδα μετά τη χημειοθεραπεία και 10 μέρες πριν από τη χορήγηση της επόμενης χημειοθεραπείας.
Η προστασία από το εμβόλιο ίσως είναι περιορισμένη για τους ασθενείς που έχουν λάβει θεραπεία εξάλειψης των Β κυττάρων τους τελευταίους έξι μήνες. Ο εμβολιασμός θα πρέπει να πραγματοποιηθεί μετά την πάροδο έξι μηνών και για τους ασθενείς που έχουν υποβληθεί σε μεταμόσχευση βλαστοκυττάρων.
Γενικά, τα επίπεδα ανοσίας που θα επιτευχθούν, μπορούν να επηρεαστούν από μία σειρά παραγόντων, όπως ο τύπος της κακοήθειας, οι αντινεοπλασματικές θεραπείες και η χρονική στιγμή χορήγησης του εμβολίου, τυχόν προϋπάρχουσα διαταραχή του ανοσοποιητικού συστήματος, καθώς και η φυσική κατάσταση του ασθενούς.
Ποιο εμβόλιο είναι το κατάλληλο;
Τα εμβόλια περιέχουν ζωντανούς ιούς γενικώς αντενδείκνυται σε ασθενείς που λαμβάνουν ανοσοκατασταλτική θεραπεία, καθώς μπορεί να εμφανιστούν σοβαρές ανεπιθύμητες ενέργειες.
Τα m-RNA εμβόλια ωστόσο έχουν δοκιμαστεί επαρκώς σε ασθενείς με καρκίνο τα τελευταία 10 χρόνια, χωρίς να παρατηρηθούν σημαντικές ανησυχίες ως προς την ασφάλειά τους σε αυτούς τους ασθενείς.
Θα πρέπει οι ασθενείς με καρκίνο να προηγηθούν στον εμβολιασμό;
Η λήψη της απόφασης για τον εμβολιασμό από τον θεράποντα ιατρό θα πρέπει να βασιστεί σε τέσσερα βασικά βήματα, σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Εταιρία Κλινικής Ογκολογίας (ESMO):
- Τη φάση της νόσου και της θεραπείας.
- Την ηλικία, τη φυσική κατάσταση, το performance status και τις συννοσηρότητες του ασθενούς, καθώς και γενικούς παράγοντες κινδύνου, όπως η παχυσαρκία, ο διαβήτης, η υπέρταση και οι διαταραχές του αναπνευστικού, του καρδιαγγειακού συστήματος κ.ά.
- Θα πρέπει να συνυπολογιστούν οι τυχόν αλληλεπιδράσεις του εμβολίου στον όγκο και στην αποτελεσματικότητα της θεραπείας.
- Ο γιατρός θα πρέπει να συζητήσει με τον ασθενή τα οφέλη και τους κινδύνους από τον εμβολιασμό κατά του κορονοϊού και να υπάρξει συναπόφαση.
Μετά τον εμβολιασμό
Σημαντική είναι η στενή παρακολούθηση των ογκολογικών ασθενών μετά τον εμβολιασμό. Είναι επίσης σημαντική η συνέχιση της τήρησης των μέτρων της αποστασιοποίησης, της χρήσης μάσκας, αντισηπτικών και όλων των μέτρων που εφαρμόζουμε στη διάρκεια πανδημίας.
Εκτός από τον εμβολιασμό των ασθενών, πολύ σημαντικός είναι ο εμβολιασμός και των υγειονομικών, προκειμένου να περιοριστεί η νοσοκομειακή μετάδοση του ιού.
Aναγκαίος λοιπόν ο εμβολιασμός και για τους ασθενείς με καρκίνο.
Ο εμβολιασμός κατά του SARS-CoV-2 αντιπροσωπεύει τη νίκη της επιστήμης απέναντι σε έναν φονικό ιό.
Είναι ο μόνος τρόπος για να μπορέσουμε να καταπολεμήσουμε την πανδημία και να αφήσουμε πίσω μας όλη αυτήν την περιπέτεια που άλλαξε τη ζωή μας.
Πηγή : ΑΠΕ-ΜΠΕ