Μετά την προχωρημένη ηλικία, η σχιζοφρένεια είναι ο δεύτερος σημαντικότερος παράγοντας κινδύνου για θάνατο από Covid-19, σύμφωνα με μια νέα αμερικανική επιστημονική έρευνα, που για πρώτη φορά κάνει αυτή τη διαπίστωση. Οι άνθρωποι με σχιζοφρένεια έχουν σχεδόν τριπλάσια πιθανότητα να πεθάνουν από τον κορονοϊό αν αρρωστήσουν και ο αυξημένος αυτός κίνδυνος δεν μπορεί να εξηγηθεί από άλλους παράγοντες που συχνά συνοδεύουν τις ψυχικές διαταραχές, όπως η καρδιοπάθεια, ο διαβήτης ή το κάπνισμα.
Οι ερευνητές της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης και του Ιατρικού Κέντρου Langone, με επικεφαλής τον καθηγητή ψυχιατρικής Ντόναλντ Γκοφ και την επίκουρη καθηγήτρια Κάτλιν Νεμάνι, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο αμερικανικό περιοδικό ψυχιατρικής «JAMA Psychiatry», ανέλυσαν στοιχεία για 7.348 ασθενείς Covid-19, από τους οποίους το 14% είχαν διαγνωσθεί με σχιζοφρένεια, αγχώδεις και άλλες ψυχικές διαταραχές. Η μελέτη υπολόγισε για κάθε ομάδα ασθενών τα ποσοστά θνητότητας σε διάστημα 45 ημερών μετά το αρχικό θετικό τεστ κορονοϊού.
Διαπιστώθηκε ότι οι ασθενείς με σχιζοφρένεια είχαν κατά μέσο όρο 2,7 φορές μεγαλύτερο κίνδυνο θανάτου από την Covid-19, ενώ οι άνω των 75 ετών είχαν 36 φορές μεγαλύτερη πιθανότητα θανάτου. Το ανδρικό φύλο, η φυλή και η καρδιαγγειακή νόσος ήσαν μικρότεροι παράγοντες κινδύνου σε σχέση με τη σχιζοφρένεια.
«Τα ευρήματα μας δείχνουν ότι οι άνθρωποι με σχιζοφρένεια είναι εξαιρετικά ευάλωτοι στις συνέπειες της Covid-19, πράγμα που σημαίνει ότι πρέπει να έχουν προτεραιότητα στους εμβολιασμούς, στα τεστ κορονοϊού και στην ιατρική φροντίδα», δήλωσε η δρ Νεμάνι.
Η μελέτη έδειξε επίσης ότι οι άνθρωποι με άλλα ψυχικά προβλήματα, όπως διαταραχές άγχους και διάθεσης, δεν αντιμετωπίζουν αυξημένο κίνδυνο θανάτου μετά από λοίμωξη Covid-19. Σύμφωνα με τους ερευνητές, πιθανώς υπάρχει κάτι στη βιολογία της ίδιας της σχιζοφρένειας που καθιστά τους όσους την έχουν, πιο ευπαθείς έναντι του κορονοϊού, αλλά και άλλων ιογενών λοιμώξεων. Ίσως η αιτία είναι μια διαταραχή του ανοσοποιητικού συστήματος που συνδέεται με το γενετικό υπόβαθρο της σχιζοφρένειας.
Πηγή : ΑΠΕ-ΜΠΕ