Απολογισμός και συμπεράσματα απο την καταιγίδα της 28ης Σεπτεμβρίου στην περιοχή Πεδής – Ασπροποτάμου

Γράφει ο Ραφαήλ Παλαιοπάνης

Κατά τις πρώτες πρωινές ώρες της 28ης Σεπτεμβρίου 2022 εκδηλώθηκε καταιγίδα στο κεντρικό και ανατολικό τμήμα της Λέσβου που προκάλεσε σημαντικές καταστροφές κυρίως στην περιοχή Πεδής – Ασπροποτάμου.

Σύμφωνα με τα στοιχεία του μετεωρολογικού σταθμού της Αγίας Παρασκευής (Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών), η βροχόπτωση ξεκίνησε περίπου στις 01:00 π.μ. και σταμάτησε στις 09:00 π.μ. Τα κύρια επεισόδια ήταν περίπου στις 2:30 και στις 5:30π.μ. ενώ η ραγδαιότητα άγγιξε τα 397.2 χιλιοστά/ώρα κατά το πρώτο επεισόδιο. Το συνολικό ύψος βροχής ανήλθε στα 84,4 χιλιοστά. Σε γειτονικούς σταθμούς, Στύψης και Θερμής, η βροχόπτωση ήταν σχεδόν μηδενική, στοιχείο που δείχνει την έντονη τοπικότητα του φαινομένου ενώ αναμένονται και τα στοιχεία του σταθμού που διατηρεί το Πανεπιστήμιο Αιγαίου στην Ιερά Μονή Παμμεγίστων Ταξιαρχών. Ο όγκος της βροχής στην πληγείσα περιοχή πιθανώς να είναι μεγαλύτερος. (Σύμφωνα με ιδιωτικό βροχόμετρο στην περιοχή της Πεδής το ύψος της βροχής ανήλθε στα 138χιλ.)

Ο υψηλός ρυθμός και ο όγκος της βροχής προκάλεσαν σημαντικά προβλήματα σε περιορισμένη γεωγραφική έκταση. Οι βλάβες παρουσιάζουν γραμμική ανάπτυξη κατά μήκος των κύριων ρεμάτων της περιοχής και στα κατάντη αυτών. Στο δομημένο περιβάλλον έχουν υποστεί ζημιές κατοικίες και προσβάσεις σε αυτές, κυρίως από την απόθεση φερτών υλικών και την απόξεση του καταστρώματος των παρόδων ενώ σημαντικός αριθμός βαρκών βούλιαξαν στο αλιευτικό καταφύγιο του Ασπροποτάμου.

Τα πλημμυρικά φαινόμενα ήταν έντονα και στη ζώνη μεταφοράς των ρεμάτων αφού η στενότητα αυτών δεν επέτρεψε την απορροή. Χαρακτηριστικά παραδείγματα αποτελούν η υπερχείλιση σε ζώνη 10 έως 20, κατά τόπους, μέτρων και η μεταφορά και απόθεση μεγάλου όγκου λάσπης, άμμου, βράχων και λοιπών φερτών υλικών.

Οι σημαντικότερες επιπτώσεις αφορούν τον αγροτικό τομέα. Ο κύριος αγροτικός δρόμος της περιοχής καθώς και ιρλανδικές διαβάσεις καταστράφηκαν με αποτέλεσμα την απαγόρευση της πρόσβασης στις αγροτικές καλλιέργειες. Στα ελαιοκτήματα παρατηρείται σημαντική καρπόπτωση και εντοπίζονται καταστροφές σε εξοπλισμό, εγκαταστάσεις άρδευσης, ελαιόδεντρα, περιφράξεις, σταβλικές εγκαταστάσεις, ελαιόδυχτα, αναβαθμίδες, κ.α. Επίσης, εκτιμάται ότι το σημαντικότερο πρόβλημα αποτελεί η απόθεση ογκωδών φερτών υλικών μέσα στα κτήματα.

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι αλλαγές στο τοπίο όπως η επαναχάραξη του υδρογραφικού δικτύου στα σημεία συμβολής των ρεμάτων, με διαπλατύνσεις και εκβαθύνσεις, οι δομές απόθεσης υλικών και η αποκάλυψη γεωτεκτονικών δομών.

Επίσης, δεν μπορεί να θεωρηθεί αμελητέα η καταστροφή μνημείων πολιτιστικής κληρονομιάς (γεφύρι Κούκου, αναβαθμίδων, μικρών τεχνικών έργων από ξερολιθιά, κ.α.).

Η περιοχή έχει πληγεί άλλες δύο φορές τα τελευταία 10-15 χρόνια με μικρότερες όμως βλάβες.Συμπερασματικά, το φαινόμενο εκδηλώθηκε με έντονη τοπικότητα και υψηλή ραγδαιότητα. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα οι καταστροφές δεν μην εμφανίζουν έντονη χωρική εξάπλωση αλλά γραμμική ανάπτυξη με κατά τόπους σημαντικές βλάβες.

Η επαναληπτικότητα του φαινομένου, η αναβάθμιση του επιπέδου επικινδυνότητας και τα ποιοτικά χαρακτηριστικά των βλαβών καταδεικνύουν – ακόμα και σε τοπικό επίπεδο – τις επιδράσεις της κλιματικής αλλαγής και των ανθρωπογενών παρεμβάσεων.

Η δημιουργία ενός ευέλικτου μηχανισμού πρόληψης, έγκαιρου σχεδιασμού και ανασυγκρότησης των πληγεισών περιοχών, ειδικά με σύνθετες βλάβες, αποτελεί πλέον αναγκαιότητα.

Γράφει ο Ραφαήλ Παλαιοπάνης
Πηγή/Φωτογραφικό υλικό : Γεωγραφικές Υπηρεσίες – Ραφαήλ Παλαιοπάνης

Σχετικά Άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο